ΤΙ ΕΚΑΝΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ | ΑΠΡΙΛΙΟΣ ‘25
Λίγα θεατρικά, λίγα κινηματογραφικά, λίγη ειλικρίνεια.
Πολύ ειλικρινά. Πάλευα να φέρω τον εαυτό μου σε θέση να τελειώσει αυτό το ποστ εβδομάδες ολόκληρες. Εξού η πέραν της συνήθους καθυστέρηση. Αμφιταλαντεύομαι συνεχώς όσον αφορά στο αν πιστεύω στο writer’s block — το πιο συχνό αντεπιχείρημα ισχυρίζεται πως όταν αρνείσαι εκ των προτέρων να μπεις στη διαδικασία να γράψεις, είναι επόμενο το μυαλό σου να κάνει το γνωστό τουρουρουρου των Windows. Από την άλλη, έχω βιώσει την οδυνηρή διαδικασία απόσταξης μίας (1) πρότασης ανά ώρα περισσότερες φορές από όσες μπορώ να μετρήσω. Κάποιες μέρες απλά δεν. πάει.
Αν, βέβαια, μετά από όλη αυτή τη διεργασία, πάει, αυτό σημαίνει ότι μάλλον θα είσαι ο ορισμός του locked in για κάμποσες ώρες. Το λέω κάνοντας manifest την κατάληξη one and done σε πραγματικό χρόνο, ενώ ετοιμάζομαι να μπω στο συγγραφικό σύννεφο και να μη βγω παρά μόνο όταν θα έχω ολοκληρωμένο ποστ. Αν το έχετε μπροστά σας αυτή τη στιγμή, δέχομαι συγχαρητήρια.
Προς υπεράσπισή μου, ο μισός Απρίλης έφυγε σε μουντ διακοπών (και εκτός Αθήνας, το οποίο δικαιολογεί τη συντομία αυτού του installment). Συνεχίζω να θέλω να ζω στο κρεβάτι μου βλέποντας Sex and the City. Φυσικά, η Carrie θα έσκαγε αν δε μου θύμιζε κάθε λίγο ότι προσπαθώ κι εγώ να διατηρήσω στήλη…
Open House Athens
Ένα πράγμα για την Αθήνα τον Απρίλιο: έχει Open House! Ξέρω ότι μιλώ εκ μέρους όλων των ηδονοβλεψιών εσωτερικών χώρων εκεί έξω, όταν λέω πως τίποτα δεν ακούγεται πιο δελεαστικό από τη μοναδική ευκαιρία να διαβείς το κατώφλι, υπό κανονικές συνθήκες, απρόσιτων μερών. Δωρεάν. Και με ξενάγηση.
Τα highlights μου από φέτος περιλαμβάνουν το Γερμανικό Ινστιτούτο Goethe, την Αμερικανική Σχολή, το Αρχείο Καβάφη και το ατελιέ Saint of Athens:




Tempo Social Club
Κουκάκι
Ίσως από τα ωραιότερα, αισθητικά, νέα μαγαζιά της πόλης, με το μίνιμαλ, φινετσάτο ντεκόρ να συνδυάζει κομψότητα και χαλαρότητα, αποπνέοντας γαλλική αύρα. Αγαπώ λίγο την τάση των βινυλίων — το μάτι μου πάντα θα εστιάσει στα ράφια ή τα displays προσπαθώντας να ταυτοποιήσω τους δίσκους και να πάρω, έτσι, σαφέστερη ιδέα για το όραμα ενός μαγαζιού (Air, Lou Reed, Biggie και Nina Simone εδώ) — καθώς και τις εκτεθειμένες κουζίνες (το τελευταίο το λες και κατάλοιπο του The Bear).
Το Tempo λειτουργεί όλες τις ώρες ως καφέ και wine bar. Δεν έχω δοκιμάσει, ακόμη, το φαγητό για το οποίο ακούω πολλά καλά λόγια — παρόλα αυτά, συνιστώ λίγη προσοχή στις ώρες κάθε μενού.
Blue Train
Θέατρο Άλμα
Τι σημαίνει να μεγαλώνεις; Με αυτό το ερώτημα να στριφογυρνά στο κεφάλι μου έφυγα από το θέατρο Άλμα στο Μεταξουργείο έχοντας δει την πιο πρόσφατη παράσταση του Γεράσιμου Ευαγγελάτου. «Τι σημαίνει να μεγαλώνεις;» στο foreground και στο βάθος μια παρέα αγοριών — ξέρετε, από τις τυπικές, επιδημικές — να ξεσηκώνει την αποβάθρα του μετρό με φωνές. Επειδή το χάος δυστυχώς δεν αγνοείται, αφήνω για λίγο το μυαλό μου να συνεπαρθεί από εκείνους και μπορώ να φανταστώ τουλάχιστον τους μισούς στα 50, σε μια νοσταλγική στιγμή στο κυριακάτικο τραπέζι καλεσμένοι ο ένας στο σπίτι του άλλου να αναπολούν περιτριγυρισμένοι από τις πυρηνικές οικογένειές τους, «Καλά, ήμασταν πολύ κωλόπαιδα τότε,» να αστειεύονται μεταξύ τους για το γεγονος ότι έχουν συμμαζευτεί, φλωρέψει, σοβαρευτεί. Κάποιος από την παρέα μπορεί να έχει μείνει πίσω και αυτό μπορεί να σημαίνει ότι έχει παραμείνει μπελάς, απροσάρμοστος, «ανεπρόκοπος» — ή απλώς, αντισυμβατικός. Κάποιος για τον οποίο ο αποστατισμός από την πεπατημένη και τον μικροαστισμό που έμμεσα σκόπευε να διαταράξει με τους φίλους του στην εφηβεία ίσως έχει μια διάσταση πιο ουσιαστική. Μπορεί κάλλιστα αυτή η (κατα)στάση ζωής να υποδεικνύει μια ισόβια αφοσίωση σε μια νεανική μορφή επανάστασης. Μπορεί να μην είναι παρά μια πρόφαση. Τι σημαίνει, τότε, να μη «μεγαλώνεις;» Να μη νοικοκυρεύεσαι, να μη γίνεσαι συμβατός, να έχεις ελευθερίες που δεν έχουν άλλοι και στερήσεις που κάπου-κάπου τσούζουν λιγάκι, να μένεις πιστός στα θεωρητικά πιστεύω σου ενδεχομένως σε κάποιο παθητικό βαθμό, να είσαι ξεχωριστός, ή απλά διαφορετικός, ή, για μερικούς, αποτυχημένος. Να ανάγεις αυτή τη μοναχικότητα σε μορφή αντίστασης, κάποιες φορές με υπερηφάνεια και ανακούφιση, άλλες σαν μηχανισμό αντιμετώπισής της.
Σαν μία σύγχρονη, νηφάλια παραλλαγή του Πνεύματος των Χριστουγέννων, βλέπουμε τέσσερις επισκέπτες να ξύνουν διαφορετικές πληγές του Μιχάλη (αποτελεσματικός Σπύρος Χατζηαγγελάκης), έναν 40άρη γκέι εργένη που κατοικεί μόνιμα στο… Γκάζι, ισορροπώντας μεταξύ παρόντος και παρελθόντος. Περισσότερο διαλογισμός απ’ότι ιστορία, η παράσταση περνά απρόσμενα γρήγορα, μένοντας πιστή στην επιτυχή εκτέλεση του μη φιλόδοξου σκοπού της. Γιώργος Μπένος, το δυνατό σημείο του μάρκετινγκ, σε κατώτερο υποκριτικό επίπεδο από τον υπόλοιπο θίασο, τουλάχιστον για τις απαιτήσεις του θεάτρου. Ξεχωρίζει ο Γιάννης Τσουμαράκης στον πιο αβανταδόρικο ρόλο του έργου.
Σημείωση: Από τα πιο ενδιαφέροντα pre-show δρώμενα που έχω αντικρίσει με EDM blasting σε όλο το πάνω μέρος του θεάτρου και μια immersive σκηνή γνωριμίας σε κλαμπ να θέτει το πλαίσιο της τελευταίας πράξης.
Τα πήρες όλα κι έφυγες - Στράτος Διονυσίου
Παλλάς
Ως θέατρο με ελάχιστη διαδραστικότητα (με μεγάλη χωρητικότητα και υπερυψωμένη σκηνή), το θέαμα ενός μισογεμάτου Παλλάς έχει μια θλιβερότητα αυτόματη. Όταν κατάφερα επιτέλους να δω την παράσταση για τη ζωή του Στράτου Διονυσίου — περίπου ένα μήνα μετά την πρεμιέρα — έμοιαζε η παραγωγή να έχει ήδη χάσει κάποιο momentum, και από άποψη προσέλευσης, αλλά και όσον αφορά την ενέργεια επί σκηνής. Συγκοινωνούντα δοχεία είναι αυτά.
Η ζωή του Διονυσίου, όπως ανακάλυψα για τον εαυτό μου σε ύστερο χρόνο (ήθελα να δώσω στην παράσταση την ευκαιρία να με εντυπωσιάσει), έχει πολύ ψωμί. Οικογενειακό παρελθόν, πολιτική διάσταση, συλλήψεις, απιστίες, πρόωρος θάνατος. Το υλικό σίγουρα ενδείκνυται για θεατρική απόδοση, παρόλα αυτά ένιωσα να χάνονται στη μετάφραση πολλά από τα στοιχεία και τις θεματικές που θα έκαναν το έργο δραματουργικά πιο ενδιαφέρον. Τουλάχιστον, για άτομα της γενιάς μου, στα οποία η παράσταση φαίνεται να μην απευθύνεται, κρίνοντας από τη fan service προσέγγισή της — το πιο τρανταχτό παράδειγμα εδώ είναι οι επαναλαμβανόμενες μουσικές σκηνές κατά τις οποίες οι γιοί Άγγελος και Διαμαντής Διονυσίου (απουσία του Στέλιου στη δική μου ημερομηνία) παίρνουν εναλλάξ το μικρόφωνο για να ερμηνεύσουν ολόκληρα τραγούδια του Στράτου με το ίδιο χορευτικό background και ελάχιστο συσχετισμό με τη δραματουργία. Είναι δύσκολο να αγνοηθεί και η παραφωνία τραγουδιών όπως το «Και λέγε λέγε» στο σημερινό πλαίσιο, πράγμα που αντιτίθεται στην (άθελά της;) αγιογραφική διάθεση της παράστασης και σε κάνει να αναρωτιέσαι ποιο ακριβώς είναι το target audience.
Μερικά βιογραφικά κλισέ, κατά τα άλλα, είναι εκεί, με το σενάριο να μην κάνει κακό χειρισμό του υλικού, αλλά να μην υπερβαίνει και το bare minimum με κάποιο καθοριστικό τρόπο.
Οφείλω να σταθώ στην πρωταγωνιστική ερμηνεία του Γιάννη Τσορτέκη, ο οποίος είναι καλός ακόμα και όταν δεν παίζει στο 100% του εύρους του, παρόλο που το γεγονός ότι δεν τραγουδάει — όπως ένιωσα για τη Jolie και το playback της στην πρόσφατη βιογραφία της Κάλλας — ξενερώνει λίγο όπως και να το κάνουμε. .
This Is Loco
Κουκάκι
Ένα shoutout στην απρόσμενα ποιοτική κουζίνα αυτού του μαγαζιού. Αν έχεις κουραστεί να απογοητεύεσαι από κάθε άλλο μέτριο brunch spot, δώσε μια ευκαιρία. Προτείνω sando (όπως πάντα άλλωστε) που σερβίρεται με εθιστικά sweet potato chips.
→ Ξεχώρισαν από Ταινίες:
Δεν πήγα καθόλου σινεμά μέσα στον Απρίλιο και νιώθω μια άλλη. Αυτό δε σημαίνει ότι έλειψαν οι πεντάστερες προβολές από το σαλόνι μου.
Όλα Είναι Δρόμος (1998) σκην. Παντελής Βούλγαρης | Cinobo [ Must-watch, καλτ αριστούργημα, σύμβολο εποχής, έμβλημα του ελληνικού κινηματογράφου και όλα όσα λέγονται. Ο Παντελής με έκανε να κλάψω για δεύτερη φορά με ταινία του και δεν ήξερα καν ότι σύντομα θα ερχόταν και η τρίτη.* ]
Sing Sing (2023) dir. Greg Kwedar [ Όντας ακόμη στο kick του Μια άλλη Θήβα (και της δύναμης του θεάτρου) στις αρχές του μήνα, πήρα την ευκαιρία να βγάλω από τη watchlist το θεματολογικά συναφές δράμα φυλακών του Α24 με πρωταγωνιστή τον κοντινό, προσωπικό μου φίλο Colman Domingo. Δεν απογοητεύτηκα. ]
Almost Famous (2000) dir. Cameron Crowe | Ertflix [ Μια επαναθέαση που επαναπροσδιόρισε όλους τους λόγους για τους οποίους της δίνω τα πέντε αστέρια μου στο Letterboxd. Πλάκα έχει να χάνεσαι για λίγο σε μια εποχή όπου η μουσική δημοσιογραφία όχι μόνο δεν ήταν pipe dream, αλλά είχε και καθοριστική σημασία. ]
Once Upon a Time… in Hollywood (2019) dir. Quentin Tarantino | Ertflix [ Όσο δεν περίμενα να απολαύσω αυτή την ταινία, τόσο την απόλαυσα εν τέλει και το ίδιο ακριβώς όσον αφορά το δίδυμο DiCaprio-Pitt. Επίσης, καταλαβαίνω τον Sean Baker — κι εγώ θα βάσιζα ολόκληρο Anora στη Mikey Madison μετά από αυτό. ]
Hoard (2023) dir. Luna Carmoon | Cinobo [ Παράξενη με ουδέτερο πρόσημο, τολμηρή με θετικό. Οι επόμενες δουλειές της πρωτοεμφανιζόμενης Carmoon θα με βρουν συντονισμένη. ]
Happy as Lazzaro (2018) dir. Alice Rohrwacher | Cinobo [ Alice Rohrwacher, άι λοβ γιου. Επίσης, η Κυριακή του Πάσχα επίσημα σου ανήκει. Σχεδόν ένα χρόνο αφού είδα το σαγηνευτικό La Chimera (πασχαλινό ΣΚ ‘24), η ιστορία της Ιταλογερμανίδας σκηνοθέτιδας για μία παραβολική, ηρωική φιγούρα σε πλαίσιο μαγικού ρεαλισμού ήρθε να δέσει άψογα με την εποχή και να μου θυμίσει ότι η ίδια έχει το χάρισμα του υπερβατικού σινεμά. ]
Right Now, Wrong Then (2015) dir. Hong Sang-soo [ Η επιλογή να τη δω ήταν τυχαία, αποδείχθηκε όμως divine timing για διάφορους προσωπικούς λόγους. Το άκρως νατουραλιστικό στυλ του Hong Sang-soo μπορεί να μην είναι ό,τι πιο εύπεπτο στην οθόνη, αλλά προσφέρεται μοναδικά για μελέτες χαρακτήρων και περιστάσεων. Υπάρχουν στιγμές εδώ οι οποίες δε θα βγουν από το μυαλό μου ποτέ. ]
Trap (2024) dir. M. Night Shyamalan | Vodafone TV [ Το χρειαζόμασταν. ]
Νύφες (2004) σκην. Παντελής Βούλγαρης | Cinobo [ *Η τρίτη. Όταν έχεις Τιτανικό στο σπίτι και είναι καλύτερος από τον απ’ έξω. Αν ήμουν ο Scorsese, θα έδινα κι εγώ τα λεφτά μου στον κύριο Βούλγαρη για ένα από τα πιο οδυνηρά doomed romances με φόντο ένα συναρπαστικό παράθυρο της ιστορίας. ]
Lola (1961) dir. Jacques Demy | Cinobo [ Τη φωνάζουνε Lola, και μάλιστα «γυναίκα της ακολασίας» με τα δεδομένα του ελληνικού τίτλου — η εν δυνάμει σαρκαστική ερμηνεία του οποίου ίσως δένει ακόμα περισσότερο και με τη σάτιρα της Σάττι. (Μπορεί κάποιος να τη ρωτήσει για αναφορές παρακαλώ;) Το French New Wave αρχίζει να γίνεται comfort genre. Ενδιαφέρων ο λιτός Demy πριν το εντυπωσιακό technicolor — ο τρόπος που περιπλέκονται και αντικατοπτρίζονται οι χαρακτήρες εδώ θυμίζει από μόνος του ξόρκι. ]
→ Ξεχώρισαν από Σειρές:
We Are Who We Are (2020) dir. Luca Guadagnino | Vodafone TV [ Υπάρχουν δημιουργοί από τους οποίους ορκίζεσαι πως δεν πρόκειται να απογοητευτείς, που νιώθεις ότι κατανοείς σε ένα βαθύ, πνευματικό επίπεδο και αναγνωρίζεις ως μυαλά που ξέρεις — που ανήκουν στο «στρατόπεδό» σου και που η οπτική τους μοιάζει και δική σου παρά το γεγονός ότι δεν έχετε συναντηθεί ποτέ. Όταν πρόκειται για σύγχρονους σκηνοθέτες, συνδέομαι με τον Guadagnino όσο με κανέναν άλλο. Η μοναδική τηλεοπτική δουλειά του ήταν στη watchlist μου από όταν έμαθα πως υπάρχει και επιτέλους μπορώ να διαδώσω ότι είναι έξω, έχοντάς με αφήσει με το στόμα ανοιχτό.
Το We Are Who We Are αιχμαλωτίζει μια στιγμή στο χρόνο μέσα από όλες τις μοριακές στιγμές που την απαρτίζουν, ακροβατεί στη λεπτή γραμμή όπου μυθοπλασία και ρεαλισμός συναντιούνται μέσω του αλλοπρόσαλλου και του δυσνόητου, εξερευνά τη δυαδικότητα αφοπλιστικά, πιάνοντας το θεατή διαρκώς απροετοίμαστο. Σαν καθρέφτης του πολυπολιτισμικού background και χαρακτήρα του ίδιου του Guadagnino, η σειρά διαδραματίζεται εκεί όπου ένα κομμάτι Αμερικής, και όχι μόνο, εφάπτεται σε μια αστική πλευρά της Ιταλίας η οποία δε θυμίζει σε καμία περίπτωση Call Me by Your Name ή I Am Love. Ένα coming of age δράμα τόσο γειωμένο και συνάμα συναρπαστικό, με οξυδερκείς επιλογές από το καστ μέχρι το soundtrack.
I May Destroy You (2020) dir. Sam Miller, Michaela Coel | Vodafone TV [ Βλέποντάς το να κυριαρχεί σε λίστες καλύτερων σειρών (χρονιάς, δεκαετίας, αιώνα) εδώ και καιρό, το I May Destroy You με ιντρίγκαρε. Μια θέαση, φυσικά, μου έλυσε όλες τις απορίες. Το γράψιμο της Βρετανίδας Michaela Coel είναι αιχμηρό, πανέξυπνο, ευθύ, ενώ η υποκριτική της ικανότητα καθηλωτική. Μια εξερεύνηση του τι σημαίνει τραύμα και όλες τις χαοτικές του συνέπειες, που καυστικά (παρότι με άφθονο χιούμορ) συνδιαλέγεται με φυλετικά, ταξικά και κοινωνικά ζητήματα. Το I May Destroy You επιβεβαιώνει πως η κορύφωση της τηλεοπτικής μυθοπλασίας έρχεται όταν ανοίγει ένα παράθυρο προς έναν κόσμο απρόσιτο αλλά ταυτόχρονα πολύ πραγματικό. ]
→ Playlist του Μήνα:
Αναλύω με μεγαλύτερη λεπτομέρεια τους δίσκους και τα τραγούδια που ξεχώρισαν, εδώ.